Φτάνω, τώρα, στην καρδιά της ιστορίας μου, στο ανείπωτο στο σημείο αυτό, αρχίζει η απόγνωση του συγγραφέα. Κάθε γλώσσα είναι ένα αλφάβητο συμβόλων, η χρήση των οποίων προϋποθέτει για τους συνομιλητές ένα κοινό παρελθόν• πώς, λοιπόν, μπορώ να μεταφέρω στους άλλους το άπειρο Άλεφ, αφού και η ίδια η φοβισμένη μνήμη μου το συγκρατεί με κόπο; Σε ανάλογες περιπτώσεις, οι μύστες δε φείδονται αλληγοριών: για ν' αποδώσει τη Θεότητα, ένας Πέρσης μιλάει για ένα πουλί που κατά κάποιον τρόπο είναι όλα τα πουλιά μαζί• ο Αλανός της Λίλλης, για μια σφαίρα, το κέντρο της οποίας είναι παντού και η περιφέρεια της πουθενά-ο Ιεζεκιήλ, για έναν άγγελο με τέσσερα πρόσωπα, που κατευθύνεται ταυτόχρονα προς τη Δύση και την Ανατολή, προς το Βορρά και το Νότο. (Δεν επικαλούμαι αδίκως αυτά τα αδιανόητα παραδείγματα• κάποια σχέση έχουν με το Άλεφ.) Μπορεί οι θεοί να μη μου αρνούνταν το να επινοήσω κι εγώ μιαν ανάλογη εικόνα, αλλά τότε η αφήγησή μου θα 'ταν μολυσμένη με λογοτεχνία, με πλαστότητα. Άλλωστε, το κεντρικό πρόβλημα παραμένει άλυτο• αναφέρομαι στην (μερική, έστω) απαρίθμηση των στοιχείων ενός άπειρου συνόλου. Μέσα σε μια γιγαντιαία στιγμή, είδα εκατομμύρια απολαυστικές ή αποτρόπαιες πράξεις• καμιά τους δε με εξέπληξε τόσο όσο το γεγονός ότι όλες τους καταλάμβαναν το ίδιο σημείο του χώρου, χωρίς να είναι διαφανείς και χωρίς να επικαλύπτονται. Ό,τι είδαν τα μάτια μου, υπήρξε ταυτόχρονο: ό,τι θα καταγράψω, θα 'ναι διαδοχικό, γιατί είναι η γλώσσα διαδοχική. Θα πω, όμως, λίγα πράγματα.
Στο κάτω μέρος της σκάλας, προς τα δεξιά, είδα μια μικρή, ιριδίζουσα σφαίρα, που ακτινοβολούσε σχεδόν ανυπόφορα. Στην αρχή, νόμισα ότι περιστρεφόταν• αργότερα κατάλαβα ότι η κίνηση αυτή ήταν μια οφθαλμαπάτη, η οποία οφειλόταν στις ιλιγγιώδεις παραστάσεις που ενέκλειε η σφαίρα. Η διάμετρος του Άλεφ θα πρέπει να ήταν δύο ή τρία εκατοστά, αλλά μέσα του ήταν σύμπας ο κοσμικός χώρος, χωρίς την παραμικρή σμίκρυνση. Κάθε πράγμα (ας πούμε, το γυαλί του καθρέφτη) ήταν άπειρα πράγματα, γιατί το 'βλεπα πεντακάθαρα απ' όλα τα σημεία του σύμπαντος. Είδα την πολυπληθή θάλασσα, είδα την αυγή και το δειλινό, είδα την κοσμοπλημμύρα της Αμερικής, είδα έναν ασημένιο ιστό αράχνης στο κέντρο μιας μαύρης πυραμίδας, είδα έναν κόκκινο λαβύρινθο (ήταν το Λονδίνο), είδα μάτια κοντινά, ατέλειωτα, που με κοίταζαν εξονυχιστικά «ως εν κατόπτρω», είδα όλα τα κάτοπτρα του πλανήτη και δεν καθρεφτιζόμουν σε κανένα, είδα σε μιαν αυλή της οδού Σολέρ τα ίδια πλακάκια που είχα δει πριν από τριάντα χρόνια στο χολ ενός σπιτιού στο Φράυ Μπέντος, είδα τσαμπιά και χιόνι και καπνό, είδα φλέβες μεταλλείων και υδρατμούς, είδα ανάκυρτες ερήμους του Ισημερινού και κάθε κόκκο από την άμμο τους, είδα στο Ινβερνές μια γυναίκα που δε θα ξεχάσω ποτέ, είδα την ατίθαση κόμη, είδα το αγέρωχο κορμί, είδα έναν καρκίνο στο στήθος, είδα έναν κύκλο ξεραμένο χώμα σ' ένα πεζοδρόμιο, εκεί όπου ήταν κάποτε ένα δέντρο, είδα μια έπαυλη στο Αδρογκέ, ένα αντίτυπο της πρώτης αγγλικής μετάφρασης του Πλίνιου, εκείνης δηλαδή του Φίλημον Χόλλαντ, είδα μεμιάς κάθε γράμμα κάθε σελίδας (όταν ήμουν μικρός, απορούσα που τα γράμματα ενός κλειστού βιβλίου δε χάνονταν τη νύχτα και δεν ανακατεύονταν μεταξύ τους), είδα ταυτόχρονα τη νύχτα και τη μέρα, είδα ένα ηλιοβασίλεμα στο Κερέταρο που έμοιαζε ν' αντανακλά το χρώ μα ενός ρόδου στη Βεγγάλη, είδα την κρεβατοκάμαρά μου άδεια, είδα σ' ένα εργαστήρι του Άλκμααρ μια υδρόγειο ανάμεσα σε δυο καθρέφτες που την πολλαπλασίαζαν επ' άπειρον, είδα άλογα που ανέμιζαν οι χαίτες τους σε μια όχθη της Κασπίας ξημερώνοντας, είδα τον λεπτό σκελετό ενός χεριού, είδα τους επιζώντες μιας μάχης να στέλνουν καρτ ποστάλ, είδα σε μια βιτρίνα του Μιρζαπούρ μια ισπανική τράπουλα, είδα κάτι φτέρες να ρίχνουν τη λοξή τους σκιά στο πάτωμα ενός θερμοκήπιου, είδα τίγρεις, έμβολα, βίσονες, πλημμύρες και στρατιές, είδα όλα τα μυρμήγκια που υπάρχουν στη γη, είδα έναν πέρσικο αστρολάβο, είδα σ' ένα συρτάρι του γραφείου (τρέμω και που το γράφω) κάτι επιστολές χυδαίες, απίστευτες, λεπτομερείς, που είχε στείλει η Μπεατρίς στον Κάρλος Αρχεντίνο, είδα ένα λατρεμένο μνημείο στο Τσακαρίτα, είδα το αποκρουστικό λείψανο αυτού που τόσο ηδονικά υπήρξε κάποτε η Μπεατρίς Βιτέρ μπο, είδα την κυκλοφορία του σκοτεινού μου αίματος, είδα το πλέγμα του έρωτα και τη μεταμόρφωση του θανάτου, είδα το Άλεφ απ' όλα τα πρίσματα, είδα τη γη μέσα στο Άλεφ και, ξανά, μέσα στη γη το Άλεφ και μέσα στο Άλεφ τη γη, είδα το πρόσωπό μου και τα σωθικά μου, είδα το πρόσωπό σου και ζαλίστηκα κι έκλαψα, γιατί τα μάτια μου είχαν δει αυτό το μυστικό και επαγωγικό πράγμα που οι άνθρωποι έχουν καπηλευτεί τ' όνομά του, μα που κανένας απ' αυτούς δεν το 'χει δει ποτέ: το ασύλληπτο σύμπαν.
Jorge Luis Borges, Cuentos completos I, Editorial Costas Yiannopoulos, Atenas, enero de 2014, páginas 451-454
No hay comentarios:
Publicar un comentario